Με την πρόσληψη 400 περίπου νέων ειδικών γιατρών, οι οποίοι είχαν προηγούμενη εμπειρία ή σχετική μετεκπαίδευση στην Επείγουσα Ιατρική, επιχειρήθηκε το αυτονόητο για τις περισσότερες χώρες στον κόσμο. Επιχειρήθηκε η ίδρυση αυτόνομων Τμημάτων Επειγόντων Περιστατικών σε όλη την χώρα, τμημάτων που θα στελεχώνονται από εξειδικευμένους γιατρούς οι οποίοι θα εργάζονται αποκλειστικά στα τμήματα αυτά και δεν θα ασκούν, παράλληλα, άλλο έργο στις κλινικές των νοσοκομείων.
Η πραγματικότητα ως τότε ήταν ειδικευόμενοι κυρίως ιατροί διαφόρων ειδικοτήτων να υποδέχονται τα επείγοντα περιστατικά στα νοσοκομεία της χώρας, με την «εποπτεία» των ειδικών ιατρών τους που, είτε τηλεφωνικά είτε με φυσική παρουσία, μοίραζαν τη δουλειά τους ανάμεσα στις κλινικές των νοσοκομείων και στα Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών.
Πρέπει να σημειωθεί ότι η δουλειά στα Τμήματα Επειγόντων αντιμετωπίζονταν και αντιμετωπίζεται ακόμη ως «κάτεργο» και ως «πάρεργο» στην κυρίως εργασία των γιατρών των κλινικών των Νοσοκομείων. Η επιχειρούμενη μεταρρύθμιση συνοδεύτηκε από την θεσμοθέτηση της εξειδίκευσης της Επείγουσας Ιατρικής στην οποία θα εκπαιδεύονταν ιατροί από διάφορες ειδικότητες που επιθυμούσαν να διοριστούν σε κάποιο από τα νεοσύστατα αυτόνομα Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών.
Δυστυχώς η πραγματικότητα διέψευσε το φιλόδοξο σχέδιο της τότε ηγεσίας του Υπουργείου Υγείας. Τρία χρόνια μετά την πρόσληψη των γιατρών στα Τμήματα Επειγόντων, το εγχείρημα ναυάγησε και όσοι μείναμε να αγωνιζόμαστε στα υποστελλόμενα Τ.Ε.Π, προσπαθούμε συχνά μάταια να κολυμπήσουμε στα απόνερα του ναυαγίου αυτού.
Το ένα τρίτο των θέσεων που προκηρύχθηκαν έμειναν τελικά κενές χωρίς καμία πολιτική βούληση για την κάλυψη τους ενώ σημαντικός αριθμός των γιατρών που προσλήφθηκαν, μετακινήθηκε στις κλινικές των νοσοκομείων, αφήνοντας, ξανά, τα Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών στο έλεος του Θεού και σε μια αναχρονιστική λειτουργία η οποία δεν απαντάται σε κανένα σύγχρονο υγειονομικό σύστημα. Η εξειδίκευση στην Επείγουσα Ιατρική αφέθηκε και αυτή στην τύχη της καθώς στην Ελλάδα λειτουργούν μόνο δύο κέντρα εξειδίκευσης (Αθήνα και Ηράκλειο) που μπορούν να εκπαιδεύσουν 30 μόνο εξειδικευόμενους ιατρούς. Η πανδημία του Covid19 έδωσε το τελειωτικό χτύπημα στον θεσμό των αυτόνομων Τμημάτων Επειγόντων καθώς η ίδρυση ενός δεύτερου τμήματος υποδοχής Επειγόντων Covid στα περισσότερα νοσοκομεία της χώρας, προκάλεσε ακόμα μεγαλύτερη πολυδιάσπαση προσωπικού, στα ήδη απόλυτα υποστελεχωμένα τμήματα Επειγόντων της χώρας.
Η λειτουργία σύγχρονων Τμημάτων Επειγόντων Περιστατικών αποτελεί θεμέλιο και καθρέφτη των υγειονομικών συστημάτων παγκοσμίως, καθώς τα τμήματα αυτά αποτελούν τον κρίσιμο κρίκο που διασυνδέει την Πρωτοβάθμια και την Δευτεροβάθμια υγεία αλλά και τον κύριο χώρο καταφυγής των περισσοτέρων κατοίκων της Ελλάδας, οι οποίοι αντιμετωπίζουν κάποια επείγουσα κατάσταση υγείας. Γι αυτούς του λόγους κρίνεται απαραίτητη η άμεση λήψη των μέτρων από την Πολιτεία, τα οποία θα ανατάξουν το πολλαπλά λαβωμένο Ε.Σ.Υ και θα αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη των πολιτών σε αυτό.
– Ανασχεδιασμός των οργανισμών των Νοσοκομείων σχετικά με τα Τ.Ε.Π. – Πλήρωση των κενών θέσεων με παράλληλη πρόβλεψη για απαγόρευση μετακίνησης των ιατρών των Τ.Ε.Π στις κλινικές των νοσοκομείων. – Ανάπτυξη κέντρων εξειδίκευσης Επείγουσας Ιατρικής σε όλες τις μεγάλες πόλεις και παροχή κινήτρων στους γιατρούς για την εξειδίκευση. – On the job training στην Επείγουσα Ιατρική των υπαρχόντων ιατρών που υπηρετούν ή μετακινούνται στα Τ.Ε.Π. – Πολιτική βούληση, νέο νομοθετικό πλαίσιο λειτουργίας και επιτέλους η ύπαρξη διοικήσεων στα νοσοκομεία η οποίες να είναι σχετικές με την Διοίκηση της Υγείας.
* O Πέτρος Παππάς είναι Γενικός – Οικογενειακός Ιατρός – Επειγοντολόγος και Διευθυντής του Τμήματος Επειγόντων Περιστατικών στο Γενικό Νοσοκομείο Κιλκίς.